Ο τρόπος με τον οποίο αποτιμάται ο αθλητισμός στην Ελλάδα παραμένει εγκλωβισμένος στο πιο ορατό του επίπεδο: τον αγωνιστικό προϋπολογισμό ομάδων και οργανισμών. Ρόστερ, μπάτζετ, μεταγραφές, προπονητές, αποτελέσματα.
Η προσέγγιση αυτή δημιουργεί την εικόνα ενός μικρού και σχετικά απλού κλάδου. Στην πράξη, όσα εκτυλίσσονται στο γήπεδο αποτελούν απλώς το τελικό παραδοτέο ενός παραγωγικού συστήματος που λειτουργεί διαρκώς, με πολλαπλά επίπεδα κόστους, απασχόλησης και επιχειρηματικής δραστηριότητας.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ο αθλητισμός αντιστοιχεί σε περίπου 200.000 επιχειρήσεις και περισσότερες από 1,5 εκατ. θέσεις εργασίας, με κύκλο εργασιών δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ. Δεν πρόκειται για μια ενιαία «βιομηχανία θεάματος», αλλά για ένα κατακερματισμένο οικοσύστημα υπηρεσιών, εξοπλισμού, υποδομών και περιεχομένου.
Ακόμη και με τη στενή στατιστική προσέγγιση, σχεδόν 26.000 άνθρωποι απασχολούνταν το 2023 στην Ελλάδα σε οργανισμούς με κύρια δραστηριότητα τον αθλητισμό, σύμφωνα με μελέτη του EOSE. Το μέγεθος αυτό αφορά αποκλειστικά τον πυρήνα του κλάδου και δεν περιλαμβάνει τις αγορές που λειτουργούν γύρω από συλλόγους και διοργανώσεις. Εκεί εντοπίζεται και το πραγματικό εύρος του οικοσυστήματος.
Για λόγους συγκρισιμότητας, οι μετρήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του EOSE βασίζονται σε συγκεκριμένους ορισμούς του «αθλητικού κλάδου». Καταγράφουν επιχειρήσεις και θέσεις εργασίας των οποίων η κύρια δραστηριότητα είναι ο αθλητισμός: σύλλογοι, διοργανωτές, εγκαταστάσεις, γυμναστήρια, ακαδημίες και δραστηριότητες άμεσα συνδεδεμένες με την άσκηση και την προπόνηση.
Αυτή η προσέγγιση, αν και απαραίτητη στατιστικά, αφήνει εκτός ένα μεγάλο μέρος της οικονομικής δραστηριότητας που παράγεται γύρω από τον επαγγελματικό αθλητισμό. Υπηρεσίες τεχνικής υποστήριξης, επικοινωνίας, μεταφορών, φιλοξενίας και προμηθειών καταγράφονται σε άλλους κλάδους της οικονομίας, παρότι εξαρτώνται άμεσα από τη λειτουργία των ομάδων και των διοργανώσεων.
Ένας κλάδος χωρίς ΚΑΔ που να τον χωράει
Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του αθλητικού οικοσυστήματος είναι ότι μεγάλο μέρος του δεν αυτοπροσδιορίζεται – ούτε λογιστικά ούτε θεσμικά – ως σχετιζόμενο με τον αθλητισμό. Εταιρίες ασφάλειας, καθαρισμού, τεχνικής υποστήριξης, φιλοξενίας, μεταφορών, παραγωγής περιεχομένου, πλατφόρμες εισιτηρίων, συστήματα διαχείρισης δεδομένων και ψηφιακές υπηρεσίες λειτουργούν στον πυρήνα της αθλητικής δραστηριότητας, αλλά στατιστικά ανήκουν αλλού.
Το αποτέλεσμα είναι ένας κλάδος που εμφανίζεται κατακερματισμένος και υποεκτιμημένος. Δεν αποτυπώνεται ποτέ ως ενιαία αγορά, αλλά ως σύνολο παράπλευρων υπηρεσιών που απλώς συνδέονται περιστασιακά με τον αθλητισμό. Ουσιαστικά, πρόκειται για έναν κλάδο χωρίς στατιστικό «χώρο» που να τον αποτυπώνει στο σύνολό του.
Μια βουτιά στο οικοσύστημα του επαγγελματικού αθλητισμού
Πριν αρχίσει η σεζόν
Στον επαγγελματικό αθλητισμό, η σεζόν ξεκινά μήνες πριν από τον πρώτο αγώνα. Λειτουργικές δαπάνες που δεν συνδέονται με το αποτέλεσμα, αλλά με τη διαρκή επιχειρησιακή λειτουργία, ενσωματώνονται στον ετήσιο σχεδιασμό. Προμήθειες ρουχισμού, προπονητικός και ταξιδιωτικός εξοπλισμός, αποθέματα και συνεχείς αντικαταστάσεις υλικού, προμήθειες αθλητιατρικών προϊόντων, logistics και πολλά ακόμη.
Παράλληλα, ενεργοποιείται ένα εξωτερικό σύστημα υποστήριξης του αγωνιστικού τμήματος. Εργομετρικά εργαστήρια, διαγνωστικά κέντρα, φυσικοθεραπευτές και ειδικοί αποκατάστασης λειτουργούν με σταθερές συνεργασίες και όχι περιστασιακά.
Στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο ειδικά, η συντήρηση των εγκαταστάσεων συνιστά αυτόνομη αγορά. Χλοοτάπητες με συγκεκριμένο κύκλο ζωής, εβδομαδιαία φροντίδα, φωτισμός προδιαγραφών τηλεοπτικής μετάδοσης, αποστραγγιστικά συστήματα και εξειδικευμένος εξοπλισμός λειτουργούν σε μόνιμη βάση. Το γήπεδο αντιμετωπίζεται ως περιουσιακό στοιχείο, όχι απλώς ως χώρος διεξαγωγής αγώνων.
Η ημέρα αγώνα
Η ημέρα αγώνα συγκεντρώνει το πιο ορατό μέρος του οικοσυστήματος, χωρίς να αποτελεί και το πιο ευέλικτο οικονομικά. Η διεξαγωγή ενός επαγγελματικού αγώνα ενεργοποιεί μια προαποφασισμένη αλυσίδα λειτουργιών: τηλεοπτική παραγωγή, τεχνικά συνεργεία, VAR & IRS, ασφάλεια, υγειονομική κάλυψη, καθαριότητα, προσωπικό αγώνα, συστήματα εισιτηρίων και έλεγχο πρόσβασης. Τα κόστη αυτά παραμένουν σε μεγάλο βαθμό σταθερά, ανεξάρτητα από την πληρότητα ή το αγωνιστικό ενδιαφέρον.
Η τηλεοπτική παραγωγή αποτελεί ξεχωριστό επιχειρησιακό σκέλος. Κινητές μονάδες, κάμερες, σκηνοθεσία, τεχνικοί ήχου και εικόνας, γραμμές μετάδοσης και προσωπικό πριν και μετά τον αγώνα συνθέτουν ένα σύστημα υψηλών προδιαγραφών. Η ποιότητα της μετάδοσης επηρεάζει άμεσα την εμπορική αξία της διοργάνωσης.

Παράλληλα, η εμπορική διάσταση της ημέρας αγώνα εκτείνεται πέρα από τον αγωνιστικό χώρο. Διαφημιστικές πινακίδες LED, συστήματα προβολής και διαχείριση περιεχομένου σε πραγματικό χρόνο λειτουργούν ως μέρος του ίδιου μηχανισμού, βασισμένου σε σταθερές υποδομές και εξειδικευμένο προσωπικό.
Το post-game που δεν τελειώνει ποτέ
Με το τελικό σφύριγμα, ο αγώνας ολοκληρώνεται μόνο για το κοινό. Για τον οργανισμό, ξεκινά ένας δεύτερος κύκλος λειτουργίας που συχνά περνά απαρατήρητος. Η αποκατάσταση των αθλητών, οι ιατρικές εξετάσεις και η παρακολούθηση της φυσικής κατάστασης αποτελούν την άμεση προτεραιότητα, αλλά δεν είναι τα μόνα. Παράλληλα, επεξεργάζονται αγωνιστικά και λειτουργικά δεδομένα, οργανώνονται οι υποχρεώσεις προς τα μέσα ενημέρωσης, παράγεται και διανέμεται ψηφιακό περιεχόμενο, ενώ συντάσσονται αναφορές προς χορηγούς και διοργανώτριες αρχές. Πρόκειται για μια διαδικασία που εκτείνεται ώρες ή και ημέρες μετά τη λήξη του αγώνα.
Στον σύγχρονο επαγγελματικό αθλητισμό, αυτές οι διαδικασίες αποτελούν οργανικό μέρος της καθημερινής λειτουργίας. Το post-game δεν είναι ένα απομονωμένο στάδιο, αλλά συνέχεια του αγωνιστικού γεγονότος, με πρακτικές συνέπειες στη διαχείριση του προσωπικού, της εικόνας και των εμπορικών σχέσεων ενός συλλόγου.
Εδώ εμφανίζεται μια χαρακτηριστική ελληνική ιδιαιτερότητα. Πολλές ομάδες καλούνται να διαχειριστούν αυτόν τον αυξημένο όγκο υποχρεώσεων με οργανωτικές δομές που έχουν διαμορφωθεί σε διαφορετικές εποχές, όταν οι απαιτήσεις ήταν σαφώς περιορισμένες. Η πίεση δεν προκύπτει από έναν μόνο παράγοντα, αλλά από τη συσσώρευση καθηκόντων: περισσότερη επικοινωνία, αυστηρότερες κανονιστικές υποχρεώσεις, μεγαλύτερη χρήση δεδομένων και συνεχής ανάγκη παραγωγής περιεχομένου.
Η αναντιστοιχία αυτή οδηγεί συνήθως σε εμφανείς δυσλειτουργίες ή/και σε μια μόνιμη κατάσταση λειτουργικής έντασης. Οι ομάδες προσαρμόζονται πρόχειρα, μεταθέτουν διαδικασίες, καλύπτουν κενά με προσωρινές λύσεις.
Η χαμένη οικονομία κλίμακας
Όσο το αθλητικό οικοσύστημα ωριμάζει, τόσο γίνεται πιο εμφανές ότι ορισμένες λειτουργίες δεν παράγουν αξία όταν αναπτύσσονται απομονωμένα σε επίπεδο ομάδας. Στην ελληνική πραγματικότητα, η διαχείριση τηλεοπτικών δικαιωμάτων, η εμπορική αξιοποίηση του προϊόντος και η αποτύπωση της χορηγικής απόδοσης αντιμετωπίζονται σε μεγάλο βαθμό ως ξεχωριστές υποθέσεις, ακόμη και όταν αφορούν το ίδιο πρωτάθλημα ή την ίδια διοργάνωση.
Η απουσία κεντρικής διαχείρισης στα τηλεοπτικά δικαιώματα δεν επηρεάζει μόνο το ύψος των εσόδων, αλλά και τη συνοχή του προϊόντος. Διαφορετικά μοντέλα συμφωνιών, ανισότητες στην προβολή και έλλειψη ενιαίων προδιαγραφών μετάδοσης δημιουργούν ένα ανομοιογενές περιβάλλον, στο οποίο κάθε ομάδα λειτουργεί με διαφορετικούς όρους. Το προϊόν της διοργάνωσης εμφανίζεται κατακερματισμένο, ακόμη και όταν αγωνιστικά παρουσιάζεται ως ενιαίο σύνολο.
Αντίστοιχα, στο σκέλος του marketing και των χορηγιών, οι ομάδες επενδύουν σε δικές τους πλατφόρμες, εργαλεία και διαδικασίες, συχνά για να καλύψουν παρόμοιες ανάγκες. Η απουσία κοινών υποδομών για την ενεργοποίηση χορηγιών και την αποτύπωση αποτελεσμάτων οδηγεί σε πολλαπλές εκδοχές του ίδιου έργου, με διαφορετικό επίπεδο ωριμότητας και περιορισμένη δυνατότητα σύγκρισης.
Το αποτύπωμα αυτής της πραγματικότητας δεν είναι άμεσο ούτε εύκολα ορατό. Διαμορφώνεται σταδιακά, μέσα από περιορισμένη δυνατότητα κλιμάκωσης, διαφορετικές ταχύτητες ωρίμανσης και άνιση αξιοποίηση πληροφοριών και συνεργασιών. Σε ένα περιβάλλον όπου η αξία του αθλητικού προϊόντος χτίζεται όλο και περισσότερο στη συνέπεια και στη δυνατότητα αποτύπωσης αποτελεσμάτων, η απουσία κοινών μηχανισμών δεν λειτουργεί ως εμπόδιο, αλλά ως σιωπηλό όριο στο πόσο μακριά μπορεί να φτάσει το οικοσύστημα.




